Ποιο εμπόριο υπηρετούμε;


Του Κώστα Σκεύη

Το ερωτηματολόγιο το οποίο διακίνησε η ΕΣΕΕ στους εμπορικούς συλλόγους κατά τον Νοέμβριο, η έκφραση γνώμης για το άνοιγμα των καταστημάτων και δεύτερη Κυριακή τον Δεκέμβριο, καθώς κι η ερώτηση για πρόωρη έναρξη των εκπτώσεων, με αναγκάζει να κάνω μια συνολική παρέμβαση, συνδικαλιστική, οικονομική, πολιτική.
Συχνά – πυκνά η ΕΣΕΕ επανέρχεται στα ίδια ζητήματα είτε με τη μορφή ερωτηματολογίων είτε με τη μορφή προτάσεων, που πάντα έχουν κοινό παρονομαστή: τη σταδιακή κατάργηση κάθε εμποδίου στον δρόμο της απόλυτης απελευθέρωσης του εμπορίου.
Η ΕΣΕΕ επικαλείται ειλημμένες αποφάσεις υπουργών και κυβερνήσεων, πιέσεις από πολυεθνικές ή την ανάγκη επανεξέτασης των όρων που διέπουν το εμπόριο, οι οποίοι μεταλλάσσονται ή εξελίσσονται.
Στην πραγματικότητα, η ερώτηση θα έπρεπε να είναι «ποιο εμπόριο υπηρετούμε;». 
Εμείς, στην ΟΕΣΒΔΕΝ, κάθε φορά που ανακινούνται θέματα ωραρίου και εκπτώσεων – συνήθως από τον ΕΣ Αθήνας – δεν διστάζουμε, πίσω από τις απόψεις μας, να καταγγείλουμε τους «κομιστές» των ειδήσεων, ως υποχείρια τω πολυεθνικών.
Η ΕΣΕΕ, που διαθέτει ινστιτούτο έρευνας, γιατί δεν έχει κάνει μελέτες για τις επιπτώσεις της απελευθέρωσης των αγορών στα μικρά μαγαζιά;
Υπάρχει η εμπειρία της σταδιακής απελευθέρωσης του ωραρίου από το 1997, που κατέληξε στο απελευθερωμένο «Εθνικό ωράριο» του 2005.
Σε αυτά τα 15 χρόνια, τι συμπεράσματα έχει βγάλει η ΕΣΕΕ; Ωφελήθηκαν ή ζημιώθηκαν οι μικρές επιχειρήσεις; Αν ωφελήθηκαν, ποιος είναι ο λόγος που οι πολυεθνικές πίεζαν και πιέζουν για 24ωρο ωράριο, 7 ημέρες την εβδομάδα; Και πως γίνεται, οι πολυεθνικές να πολλαπλασιάζονται, ενώ οι μικρές επιχειρήσεις κλείνουν κατά δεκάδες χιλιάδες;

Στο θέμα των εκπτώσεων, των προσφορών και των προωθητικών ενεργειών, από την άλλη, συνέβησαν τα εξής:
Οι εκπτώσεις, σταδιακά, έφτασαν τις 90 μέρες, επισήμως, οι προσφορές, μέσα από ένα δαιδαλώδες σύστημα, ισχύουν όλες τις υπόλοιπες κι οι δήθεν προωθητικές ενέργειες – δηλαδή εκπτώσεις μαζί με προσφορές – καλύπτουν όλες τις μέρες του χρόνου.
Ως λόγος, προβάλλεται η μειωμένη αγοραστική ικανότητα και το γεγονός υποβοηθείται από τη – σκόπιμη; - απουσία των ελεγκτικών αρχών.
Αυτή, η διαρκής μείωση των τιμών – ας μας απαντήσει το ΙΝΕΜΥ – οδήγησε σε αύξηση της κατανάλωσης; μήπως υπήρξε μεταβολή της κατανάλωσης από τα μικρομάγαζα προς τις πολυεθνικές;
Και, αν τα περιθώρια μείωσης της τελικής τιμής είναι τόσο μεγάλα, γιατί οι τιμές δεν πέφτουν, αλλά χρειάζονται ελεύθερες και μεγάλες εκπτώσεις;
Μήπως, στα μάτια του καταναλωτή, οι διαρκείς προσφορές κι οι ατελείωτες εκπτώσεις οδήγησαν σε απαξίωση της τιμής του προϊόντος; Και ποιος έχει συμφέρον από αυτό; Πιθανόν, οι πολυεθνικές, που μπορούν, εικονικά, να συμπιέζουν το κέρδος τους, μέχρι να κλείσουν όλοι αυτοί που δεν μπορούν, δηλαδή εμείς.

Θα μπορούσε να απαντήσει η ΕΣΕΕ πως τα παραπάνω δεν δικαιώνονται από την επιθυμία των εμπόρων, πανελλαδικά.
Κι έτσι είναι. Σήμερα, οι έμποροι θέλουν μεγαλύτερες προσφορές από τον διπλανό τους και περισσότερες ώρες δουλειάς, μήπως και ψωνίσει ο κόσμος.
Ποιος το κατάφερε, όμως, αυτό;

Η απελευθέρωση της αγοράς – μέρος της οποίας αποτελεί και το εμπόριο – δεν ήταν μια διαδικασία σύντομη. Δεν θα γινόταν αποδεκτή.
Ήταν διαρκής και πέρασε μέσα από διάφορα στάδια: την αύξηση των πολυκαταστημάτων, τη μείωση του εργατικού κόστους, που για τις πολυεθνικές ήταν θείο δώρο, τη μείωση της φορολογίας τους και ταυτόχρονα την αύξηση της φορολογίας των μικρών, καθώς κι από κυβερνητικές παρεμβάσεις που αλλοίωσαν τον ανταγωνισμό σε βάρος των μικρών επιχειρήσεων.
Στις συνθήκες της κρίσης που ακολούθησαν, δημιουργήθηκε «πεδίο δόξης λαμπρό», στο όνομα των «μεταρρυθμίσεων», αυτή η απελευθέρωση να επιταχυνθεί: ονομάστηκε «ανταγωνιστικότητα» με προτεραιότητα στις ξένες επενδύσεις. Την ίδια στιγμή, η οικονομική καταβαράθρωση των Ελλήνων πολιτών μετέτρεψε τους μικρούς εμπόρους σε «πνιγμένους που πιάνονται από τα μαλλιά τους».

Ο μικρός, Έλληνας έμπορος, σήμερα δεν έχει την πολυτέλεια να σκεφτεί μακροοικονομικά. Σκέφτεται μόνο τα χρέη.
Δεν ήταν δική του ευθύνη να διαμορφώσει το πλαίσιο του εμπορίου που του ήταν αναγκαίο για να επιβιώσει. Γι’ αυτό εξέλεγε συνδικαλιστικά όργανα.
Και τα συνδικαλιστικά όργανα, οφείλουν να του απαντήσουν: γιατί δεν έχει δουλειά; Γιατί ο τζίρος μετατοπίζεται προς τα πολυκαταστήματα και τις πολυεθνικές; Ποιες συνθήκες εμπορίου είναι απαραίτητες για να υπάρχει αύριο;

Αλλά, σε αυτό το σημείο, έχει αξία, να ξεκαθαρίσει το συνδικαλιστικό όργανο, ποιον έχει κατά νου, όταν αναφέρεται στον μικρομεσαίο έμπορο.
Κι επίσης, ποιο εμπόριο υπηρετεί.
Γιατί, πράγματι, το απελευθερωμένο εμπόριο υπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα.
Η μεγάλη επιχείρηση δεν χρειάζεται κανόνες, χρειάζεται ένα άγριο εμπόριο που να θυμίζει σαφάρι. Οι κανόνες στο ωράριο, στις εκπτώσεις, τα εργασιακά δικαιώματα το πνίγουν.
Το μεγάλο εμπόριο μισεί τα σύνορα και τους κανόνες. Επιθυμεί μια άναρχη, παγκοσμιοποιημένη αγορά και πειθήνιες κυβερνήσεις. Αυτόν τον παράδεισο, που σήμερα, είναι έτοιμη να προσφέρει η χώρα μας.

Οι κανόνες – ανθρώπινο ωράριο, μετρημένες εκπτώσεις – φτιάχτηκαν για τους μικρούς.
Μόνο που η κατάλυση των κανόνων πηγαίνει πάντα μαζί με την κατάλυση των αξιοπρεπών μισθών. Για να υπάρχει ευήκοο κι απελπισμένο ακροατήριο.
Κι εδώ, το συνδικαλιστικό όργανο, πρέπει να δώσει τη μεγαλύτερη απάντηση:
Είναι υπηρέτης της εξουσίας των πολυεθνικών ή απλά δεν μπορεί;
Δεν χρειαζόμαστε – στην καλύτερη περίπτωση – συνδικαλιστικά όργανα που θα διαχειριστούν τη δυστυχία μας.
Που λίγο – λίγο θα χάνουν μέτρα για να μη τα χάσουν όλα.
Που θα μπερδεύονται, ανάμεσα στο συμφέρον των μικρών και στην ανάγκη να μη θίξουν την κεντρική πολιτική κατεύθυνση, που αναγκαστικά δεν μας περιλαμβάνει.
Που, ήπια, θα διαμαρτύρονται σαν επαίτες.

Χρειαζόμαστε συνδικαλιστικά όργανα, αποφασισμένα ότι ο μικρός κι ο αυτοαπασχολούμενος έμπορος θα επιβιώσει.
Αποφασισμένα, όχι μόνο να διεκδικήσουν, αλλά να απαιτήσουν την εφαρμογή μιας πολιτικής, απαραίτητης, μόνο για το μικρό εμπόριο, σε όλα τα επίπεδα.
Που θα πείσουν τον μικρό έμπορο κι αν χρειαστεί θα τον κινητοποιήσουν, πάνω από κομματικές σκοπιμότητες, για να δημιουργηθούν οι συνθήκες για Εθνική Οικονομία και Ανάταξη, ακόμη κι αν χρειαστεί να συγκρουσθούν με ό,τι σήμερα λογίζεται σαν δεδομένο.

Αλλιώς…ας κάνουν εκτιμήσεις για το τέλος μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: