Φάκελος Φτώχεια: Αργεντινή (2002)

ΜΠΙΣΑΣ ΝΤΕ ΜΙΖΕΡΙΑ: ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΞΑΘΛΙΩΣΗΣ
Μπάχο Φλόρες, Τρέιντα ι ούνο, Λα Μπόκα, Όνσε, Πλάζα Μιζερέρε, Σαν Τέλμο, Σολδότι και Λογκένο είναι ορισμένες μόνο, ελάχιστες για την ακρίβεια, από τις παραγκουπόλεις της εξαθλίωσης, τις μπίσας ντε μισέρια, που περιβάλλουν ή καλύτερα σφίγγουν σαν θηλιά την πόλη του Μπουένος Άιρες. Ο πληθυσμός τους είναι άγνωστος μια και κανείς δεν έχει ενδιαφερθεί να τον καταγράψει. Με βάση εκτιμήσεις ο αριθμός των κατοίκων των μπίσας ντε μιζέρια κυμαίνεται από 500.000 έως ένα εκατομμύριο άτομα. Όλη η περιφέρεια της πρωτεύουσας, το Γκραν Μπουένος Άιρες, τον τελευταίο χρόνο έχει εξελιχθεί σε μπίσα ντε μισέρια.
Από τη δεκαετία του ΄70 ακόμη, κάθε κυβέρνηση που σεβόταν τον εαυτό της και το ρόλο της έστελνε μπουλντόζες και στρατό και τις κατεδάφιζαν. Οι προσπάθειες εγκαταλείφθηκαν σχεδόν οριστικά στις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Όχι γιατί υιοθετήθηκε μια πολιτική κοινωνικής επανένταξης αυτού του κόσμου αλλά γιατί πλέον οι μπίσας ντε μισέρια διευρύνθηκαν ανεξέλεγκτα. Ήταν τα χρόνια της διακυβέρνησης του Μένεμ όταν το κλείδωμα της ισοτιμίας του πέσο στο δολάριο προκαλεί μια πλημμυρίδα κεφαλαίων στην Αργεντινή. Τα κεφάλαια αυτά κατευθύνθηκαν σε ιδιωτικοποιήσεις και εξαγορές επιχειρήσεων με αποτέλεσμα οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων και η ανεργία να εκτοξευθούν σε δυσθεώρητα για την εποχή ύψη.
Το Μπάχο Φλόρες είναι ίσως η πλέον ενδεικτική περίπτωση. Από το κέντρο του Μπουένος Άιρες απέχει τριάντα με σαράντα λεπτά. Αδύνατο να θυμηθείς το πλήθος και τα ονόματα των εργοστασίων που έκλεισαν, όπως η κλωστοϋφαντουργία Βολκάνο που τη δεκαετία του ’80 απασχολούσε δύο χιλιάδες εργάτες. Κάθε πρωί γύρω στις 7.00 στην κεντρική διασταύρωση των οδών Κόμπο και Κουραπαλίγκε εκατοντάδες ίσως και περισσότεροι από χίλιοι άνεργοι εργάτες κοιτούν με αδημονία και απόγνωση τους οδηγούς των περαστικών αυτοκινήτων μήπως τους φωνάξουν για να κάνουν μεροκάματο. Το Μπάχο Φλόρες είναι το δικό μας Περιστέρι, Μενίδι, Κερατσίνι. Λίκνο μεταποιητικών δραστηριοτήτων έντασης εργασίας (κλωστοϋφαντουργίες, βυρσοδεψεία, τυπογραφεία, κλπ) κατά το παρελθόν και ταυτόχρονα μαγνήτης για δεκάδες χιλιάδες μετανάστες που έσπευδαν από τις επαρχίες του Βορρά αλλά και από την γειτονική Βολιβία, το Περού και την Παραγουάη να εργαστούν για ένα κομμάτι ψωμί. Από το 2001 που αποσυνδέθηκε το πέσο από το δολάριο και η ισοτιμία του έναντι του αμερικανικού νομίσματος μειώθηκε κατά 72% οι μπίσας ντε μισέρια βυθίστηκαν στην εξαθλίωση και το έγκλημα.
 
Οι κάτοικοι των μπίσας ντε μισέρια επιβιώνουν από τα κρατικά συσσίτια, περισυλλέγοντας χαρτόνια ή από τις επιδοτούμενες από το κράτος θέσεις εργασίας, τα πλάνες δε τραβάχο. Πρόκειται για εργασίες καθαριότητας πολλές φορές που αμείβονται με 150 πέσος τον μήνα και αφορούν δραστηριότητες στις οποίες ήδη απασχολείται μόνιμο προσωπικό του δημοσίου ή του Δήμου! Με αυτό τον τρόπο υπονομεύεται από τη μεριά των μονίμων οποιαδήποτε διεκδίκηση, ενώ αμφισβητείται ακόμη και αυτό το δικαίωμα στην εργασία. Ταυτόχρονα δημιουργείται ένας διπλός μηχανισμός εξαχρείωσης και εξαγοράς συνειδήσεων που στοχεύει από τη μια στη διάσπαση του ενιαίου μετώπου εργαζομένων και ανέργων που αποτελεί τη σημαντικότερη κατάκτηση του κινήματος των πικετέρος - το νέο εργατικό κίνημα της Αργεντινής - και από την άλλη στην επάνδρωση της στρατιάς των πουντέρος: Των λούμπεν και εξαθλιωμένων ανέργων που για να πάρουν ένα κομμάτι ψωμί μετατρέπονται σε εκλογικό μηχανισμό της κυβέρνησης και αιχμή του δόρατός της στην προσπάθεια άλωσης από τα μέσα του εργατικού κινήματος. Μία πέμπτη φάλαγγα που συγκροτείται από την πολιτική εκμετάλλευση της καθημερινής μιζέριας. 
 
Πεθαίνοντας στο Τουκουμάν
Το Τουκουμάν είναι η μικρότερη από τις 23 επαρχίες της Αργεντινής. Το Τουκουμάν ήρθε ξανά στην επικαιρότητα, όταν η ισπανική εφημερίδα Ελ Παΐς αποκάλυψε πως δεκάδες παιδιά πεθαίνουν από την πείνα. Οι φωτογραφίες που δημοσίευσε με το απλανές βλέμμα των σκελετωμένων παιδιών έκαναν μονομιάς τον γύρο του κόσμου.
Στο Τουκουμάν, πέρα από την γενική οικονομική κρίση εκφράζεται και μία επιπλέον, δευτερεύουσας σημασίας, κρίση που έχει οδηγήσει στον θάνατο δεκάδες ανθρώπους: Η κρίση των επαρχιών όπως αυτή προσδιορίζεται από την υπερχρέωση τους απέναντι στο κράτος και τους διεθνείς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και την χρεοκοπία των τοπικών κυβερνήσεων που σε τελική ανάλυση δημιουργεί θέμα συνοχής της ίδιας της χώρας. Η παρέμβαση αυτής ακριβώς της επιπρόσθετης αντίθεσης είναι που οδηγεί σε έκρηξη το κοινωνικό ζήτημα στο Τουκουμάν, όπως σε μικρότερο βαθμό το οδηγεί στην έκρηξη στις επαρχίες Τσάκο, Χουχούι, Σάλτα και Τσουμπούτ, όπου κι εκεί καθημερινά σημειώνονται θάνατοι παιδιών από την ασιτία.
Τουλάχιστον το 40% των 1.300.000 κατοίκων του Τουκουμάν είναι άνεργοι. Η πλειοψηφία τους, έχει να δουλέψει δύο ακόμη και τρία χρόνια. Επιπλέον τουλάχιστον ένα 20% του πληθυσμού υποαπασχολείται. Πρακτικά μόνο ο ένας στους τρεις δουλεύει. Ενώ με επίσημα στοιχεία οι 900.000 είναι βυθισμένοι στην απόλυτη φτώχεια. Προσοχή: όχι κάτω από το επίσημο όριο φτώχειας αλλά στην εξαθλίωση!
Κι αυτοί όμως που δουλεύουν αμείβονται με 300 έως 400 πέσος το μήνα. Δηλαδή εκατό ευρώ! Και υπάρχουν και χειρότερα, όπως είναι οι εργαζόμενοι στα σούπερ μάρκετ του Τουκουμάν που δουλεύουν για ένα πέσο την ώρα (100 δραχμές) ή οι εργάτες στα εργοστάσια και τα χωράφια που για δύο πέσος την ώρα δουλεύουν δέκα και ένδεκα ώρες τη μέρα. Στο Τουκουμάν επίσης συναντάει κανείς τους μοτοκέρος. Παιδιά με μηχανάκια που για ένα πέσος κάνουν διάφορα θελήματα: Ψωνίζουν, πληρώνουν λογαριασμούς, μεταφέρουν επιστολές ή δέματα κλπ.
Στο νοσοκομείο παίδων της πόλης ούτε μία γωνία δεν υπήρχε πάνω από το ισόγειο που το βλέμμα να μην συναντηθεί με τη φρίκη και την απερίγραπτη δυστυχία. Η τετράχρονη Φλορένσια είναι ενός έτους και ζυγίζει 4,5 κιλά. Το φυσιολογικό για την ηλικία της βάρος είναι 9,5 κιλά. Λόγω της αδυναμίας πάσχει από υδροκεφαλία. Η Λουσία είναι πέντε μηνών και το βάρος της είναι 3,5 κιλά, όταν το μέσο φυσιολογικό βάρος για την ηλικία της είναι τουλάχιστον 6,5 κιλά. Η ατροφία τής έχει προκαλέσει πρόβλημα στο νευρικό σύστημα. Ξεπερνιούνται τα προβλήματα με τον ερχομό τους στο νοσοκομείο; ρωτήσαμε την γιατρό Μέρι Καραμπαγκάλ που εφημέρευε εκείνη την ημέρα. «Άλλες φορές ναι άλλες φορές όχι. Τις τελευταίες δεκαπέντε ημέρες έχουν πεθάνει δεκαεννέα παιδιά. Οτιδήποτε άλλο περιστατικό πλέον το διώχνουμε και κρατάμε μόνο τα περιστατικά ασιτίας. Όλο το νοσοκομείο εξυπηρετεί τέτοια προβλήματα».
Πολλοί γιατροί υποστήριζαν πως στο νοσοκομείο συναντάς μόνο την κορυφή του παγόβουνου καθώς πολλά περιστατικά δεν περνούν καν την πύλη του. Με βάση επίσημα στοιχεία ένα στα δέκα παιδιά του Τουκουμάν κάτω των έξη ετών αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα με τη διατροφή του, ενώ 3.700 γυναίκες είναι γνωστό ότι βρίσκονται στην ίδια κατάσταση.
Ανάλογη τριτοκοσμική κατάσταση επικρατούσε και στο γενικό νοσοκομείο της πόλης που επισκεφθήκαμε. Ήταν μάλιστα μέρα εφημερίας. Παρόντες τρεις γιατροί και δώδεκα ειδικευόμενοι, που στην Αργεντινή δεν πληρώνονται όταν απασχολούνται στα νοσοκομεία. Δεκαπέντε άτομα εναντίον 250 έως 300 περιστατικών που είχαν κατακλύσει το νοσοκομείο, το οποίο δεν διέθετε περισσότερα από 24 δωμάτια με τρεις τέσσερις κλίνες έκαστο! Σε «καυτά κρεβάτια» έπρεπε να μετονομαστεί το νοσοκομείο υποστηρίζει ένας γιατρός λέγοντας μας ότι τα κρεβάτια δεν προλαβαίνουν να αδειάσουν ούτε για ένα λεπτό και αμέσως έρχεται άλλος ασθενής. Οι άνθρωποι πεθαίνουν από έλλειψη φαρμάκων. Έχουν πάψει να μας χορηγούν και τα πλέον στοιχειώδη». Το πιο απίστευτο απ΄ όσα είδαμε στο νοσοκομείο ήταν στη γυναικολογική κλινική στο τμήμα λοχείας, όπου ένα κρεβάτι το μοιράζονταν δύο γυναίκες…
Επόμενο σταθμός μας στο Τουκουμάν ήταν το χωριό Λος Ράλος, 25 χιλιόμετρα δυτικά του Σαν Μιγκέλ. Η διαδρομή με το αυτοκίνητο διήρκεσε σαράντα λεπτά. Κατά τη διάρκεια αυτής της ώρας στη θέα των αχανών εκτάσεων καλλιέργειας ζάχαρης που απλώνονταν δεξιά και αριστερά του δρόμου στον οποιονδήποτε θα γεννιόταν η εξής απορία: Δεδομένης ακόμη και της ταξικής διαίρεσης της γης και της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης της αγροτικής παραγωγής, πως είναι δυνατό να πεθαίνουν μαζικά οι άνθρωποι από την πείνα στο χωριό όταν υπάρχουν τόσα εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα εύφορης γης; Στην Ελλάδα, ακόμη και σήμερα οι φτωχοί αγρότες που στερούνται γης, διαθέτουν λίγα τετραγωνικά μέτρα γης, ώστε να καλλιεργούν λαχανικά και κηπευτικά για τις προσωπικές τους ανάγκες. Για να μη πεθάνουν από την πείνα. Στην Αργεντινή γιατί όχι; «Παλιά, μας λεει ο συνομιλητής μας, όλοι σχεδόν οι αγρότες διέθεταν 10 ακόμη 20 ακρς (σ. σ. μέτρο επιφάνειας ίσο περίπου με τέσσερα τετραγωνικά στρέμματα). Στη συνέχεια όμως όλη, μα όλη τη γη την αγόρασαν οι ξένες επιχειρήσεις που εξαγόρασαν αρχικά τα εργοστάσια. Σε αυτή την περιοχή πριν δεκαπέντε χρόνια υπήρχαν περίπου 25 βιομηχανίες ζάχαρης. Τώρα έχουν μείνει έξη ή επτά». Οι συνομιλητές μάς δείχνουν τις βιομηχανίες που έχουν απομείνει ξεχωρίζοντας την κάθε μία με βάση την εθνικότητα της εταιρίας: Η γαλλική, η ισπανική κ.λπ, κ.λπ. Στις επιχειρήσεις επεξεργασίας ζάχαρης και συσκευασίας λεμονιών δουλεύουν 90.000 περίπου άτομα. Είναι οι λεγόμενοι κατσετέρος. Η αμοιβή τους είναι 15 πέσος την ημέρα ή 4 ευρώ. Η αμοιβή αυτή δεν διαρκεί όλο τον χρόνο καθώς απασχολούνται για λιγότερο από έξη μήνες τον χρόνο. Το Νοέμβριο όλοι κάθονται. Με αυτά τα χρήματα λοιπόν θα πρέπει να περάσουν και τους δώδεκα μήνες.
Μαζί με τους πικετέρος κατευθυνόμαστε στο συσσίτιο του χωριού, το κομεδόρες. Πρόκειται για συσσίτια που οργανώνει το Πόλο Ομπρέρο και οι πικετέρος. Τα χρήματα τα διεκδικούν με αγώνες και τα παίρνουν από το κράτος. Χάρη σε αυτή την πρωτοβουλία που είναι πλέον θεσμός σε όλη την έκταση της αργεντίνικης γης, από τα μπάριος του Μπουένος Άιρες μέχρι τις επαρχίες, η Αργεντινή δεν έχει μετατραπεί σε Μπιάφρα. Οι σκηνές των παιδιών που περιμένουν με το πλαστικό ή το σιδερένιο πιάτο να έρθει το φαγητό ήταν συγκλονιστικές. Τα παιδιά αυτά τρωνε πέντε ημέρες την εβδομάδα, μια φορά την ημέρα. Τόσα λεφτά δίνει το κράτος. Το φαγητό είναι μια πίτα με ένα κομμάτι κρέας ή τυρί. Το αποτέλεσμα είναι μόνιμα να υποεκτιμάς την ηλικία τους. Κανένα παιδί δεν έχει θραφεί σωστά. Πολλά έπασχαν από ραχίτιδα. Ενώ πολλοί άλλοι, όχι μόνο παιδιά, δεν είχαν δόντια. Ο λόγος απλός: Για να διασκεδάσουν την πείνα τους μικροί και μεγάλοι, μέχρι να έρθει η ώρα του συσσιτίου ή όταν το στομάχι άδειαζε, έτρωγαν ζάχαρη. Το μοναδικό φαγώσιμο είδος…

Σε αγωνιστικό αναβρασμό βρισκόταν τις ημέρες της επίσκεψης μας στο Τουκουμάν και το πανεπιστήμιο της πόλης. Αφορμή ήταν η απόφαση της κυβέρνησης να κλείσει δύο τμήματα της σχολής Καλών Τεχνών, με το δικαιολογητικό ότι δεν υπάρχουν χρήματα. Αιτία η βαθιά οικονομική κρίση που έχει οδηγήσει εκατοντάδες φοιτητές να εγκαταλείψουν τις σχολές επειδή δεν έχουν λεφτά να φάνε και πολύ περισσότερο να πληρώσουν τα μεταφορικά τους για να φτάσουν μέχρι το Πανεπιστήμιο και να επιστρέψουν σπίτι τους. Έτσι το τμήμα Καλών Τεχνών τελούσε υπό κατάληψη και δεκάδες φοιτητές με αντίσκηνα έμεναν στο προαύλιο επί τρεις μήνες.
Σε κατάσταση κρίσης βρίσκεται και η δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Από τις 160 διδακτικές ημέρες που είχε η σχολική χρονιά είναι ζήτημα αν έγιναν οι 60. Αιτία ήταν η απεργία διαρκείας των καθηγητών που αρνιόνταν να πάνε στο μάθημα επειδή η τοπική κυβέρνηση δεν τους πλήρωνε!
Οι κάτοικοι του Λος Ράλος ξέρουν βέβαια ότι υπάρχουν και χειρότερα. Στο χωριό τους η τοπική κυβέρνηση πούλησε το Γυμνάσιο και το Λύκειο σε ιδιώτη! Έτσι τα παιδιά του Λος Ρόλος δεν πάνε καν σχολείο γιατί πρέπει να πληρώσουν δίδακτρα, τη στιγμή που γενικά η δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι δημόσια, υποχρεωτική και δωρεάν…

Άνθρωποι και λύματα
Προτελευταίος σταθμός μας στο Τουκουμάν η περιοχή Όχο ντε Άγκουα (Μάτι του Νερού), που βρίσκεται στα ανατολικά της πόλης. Είναι η παραγκούπολη του Τουκουμάν. Φτώχεια και εξαθλίωση ακόμη πιο μεγάλη από το Σαν Μιγκέλ και το Λος Ράλος. Διαφορετικά ποτέ μη λες, ποτέ μη νομίσεις ότι δεν υπάρχουν και χειρότερα. Η συνοικία αυτή περιβάλλεται από δύο ποτάμια. Στο ένα μαζί με τα νερά από τα χιόνια των βουνών καταλήγουν και τα απόβλητα των βιομηχανιών επεξεργασίας λεμονιού. Τα παιδιά που παίζουν εκεί μέσα εμφανίζουν τις πιο ανεξήγητες δερματικές παθήσεις. Από αυτό το ποτάμι οι κάτοικοι παίρνουν νερό για να μαγειρεύουν με αποτέλεσμα οι διάρροιες των παιδιών να είναι καθημερινό φαινόμενο Στο άλλο ποτάμι όσοι κάτοικοι θέλουν πετάνε τα σκουπίδια τους. Απορριμματοφόρο του δήμου προφανώς δεν περνάει για να τα μαζέψει και μόνο όσοι θέλουν, ελάχιστοι δηλαδή τα πετάνε εκεί δημιουργώντας ένα βουνό απορριμμάτων, σε μια απόσταση δύο ή τριών μέτρων από τις παράγκες.
Στο Όχο ντε Άγκουα, όμως ακόμη και για να περπατήσεις θέλει τρόπο. Η δυσωδία που αναδύεται είναι ανεξήγητη μέχρι να σου υποδείξουν να μην πατάς στις λιμνούλες που είναι σχηματισμένες στους χωματόδρομους. Σε αυτές τις λιμνούλες καταλήγουν τα λύματα από τις παράγκες. Και δίπλα παίζουν τα παιδιά. Ο αριθμός αυτών των παιδιών είναι άγνωστος. Ακόμη και η ταυτότητά τους. Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να τα δηλώσει όταν γεννήθηκαν και κανείς δεν τους παραχωρεί σήμερα δικαιώματα. Ούτε καν για να πάνε σχολείο.
Πηγή: INDY.GR

Δεν υπάρχουν σχόλια: